Πρόκεται για το δεύτερο βιβλίο του Εμίλ Ζολά που διάβασα (γράφτηκε το 1877) και το οποίο έχει αποτυπωθεί μέσα μου. Διαβάζοντάς το κανείς, παρατηρεί τα συναισθήματα του να εναλλάσσονται, να χαίρεται, να λυπάται, να ελπίζει, να πικραίνεται, να θυμώνει, να απορεί.
Η ηρωίδα του βιβλίου προερχόμενη από φτωχική οικογένεια, ανοίγει τα φτερά της και προσπαθεί να ζήσει τη δική της ζωή στη Γαλλία του 19ου αιώνα. Με φόντο αυτήν την προσπάθεια ο συγγραφέας αποτυπώνει τις συνθήκες διαβίωσης της τότε εργατικής τάξης και θίγει τη μάστιγα του αλκοολισμού, με γραφή άμεση, καθηλωτική. Το πρόβλημα τίθεται μπροστά στον αναγνώστη και δεν μπορεί να κάνει κάτι άλλο από το να το κοιτάξει κατάματα.
Το διαβάζω γιατί τελικά μπορώ να ξεφύγω από ό.τι έχω ζήσει στο παρελθόν κι απ’ ό.τι ζω στο παρόν?
Φιλικά,
Κωνσταντίνα.!