«Πολυτέλειες…»

Πολυτελώς και αστόχαστα

πολυτελώς για  μένα

τις νύχτες  μου τις κέντησα

με όνειρα ξεχασμένα.

Φαντάστηκα τον ήλιο μας

χάδι και αγκαλιά μου

και απαίτησα από τα ματιά σου

να γίνουν συντροφιά μου.

Αρνήθηκα το αδύνατο

για μια φορά μονάχα,

τη πόρτα στο ανεκπλήρωτο

κράταγα δίχως ανάσα.

Κι όσο σε κατηγόρησα

τους κάβους πως δε λύνεις

ξέχασα αφελώς αγάπη  μου

τα μάτια σαν γυρίσω,

πώς ούτε κάβους ουτέ σκοινιά,

βουνά κρατάω πίσω.

Και αν εσύ τα διάλεξες

τα άλυτα δεσμά σου,

εμένα στέκουν αγκρέμιστα

τα δανεικά βουνά μου.

Ναι, η ψυχή γελάστηκε

σαν να’ τανε δεκάξι

πως είχε μέλλον νόμισε

μέλλον από μετάξι.

Συγγνώμη ζήτησα λοιπόν

από τα όνειρα μου

και με ευλάβεια τα έκρυψα

στ’ ανομολόγητα μου

και το μονάκριβο κλειδί

σταυρώνοντας με δάκρυ

κόσμημα του βυθού το σμίλεψα

κόσμημα στου νου τα βάθη.

              Κωνσταντίνα.!

Σχολιάστε